«Τα γαϊδούρια και οι γίδες, από συνώνυμα απαξίωσης τις προηγούμενες δεκαετίες, σήμερα συνδέονται με προϊόντα προστιθέμενης αξίας» τονίζει, μιλώντας στην «Κ», ο αναπληρωτής καθηγητής Κτηνιατρικής και διευθυντής του Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας του ΑΠΘΓεώργιος Αρσένος.
Ο ίδιος θεωρεί ότι η αξιοποίηση των δύο αυτών τετράποδων και των προϊόντων τους αποτελεί μία σημαντική ευκαιρία ώστε η ελληνική κτηνοτροφία να ενσωματώσει καινοτόμες ιδέες. Και να το κάνει χωρίς επιδοτήσεις, οι οποίες σύμφωνα με τον καθηγητή αποτελούν «το ναρκωτικό για κάθε υγιή προσπάθεια ανάπτυξης στην κτηνοτροφία». Η Κτηνιατρική Σχολή του ΑΠΘ έχει αναλάβει πρωτοβουλία για τη διάδοση της κτηνοτροφίας των δύο αυτών ειδών και έχει στήσει… ένα στάβλο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Ειδικότερα, ενώ υπολογίζεται ότι το 1950 υπήρχαν στην Ελλάδα περί τις 500.000 γαϊδούρια, το 2000 ο πληθυσμός τους έπεσε στις 15.000 και πλέον έχει φθάσει περίπου τις 12.500. Ομως, τα τελευταία χρόνια, σε διάφορες περιοχές της χώρας έχουν αρχίσει να αξιοποιούνται όχι ως υποζύγια (όπως ήταν η συνηθισμένη χρήση των γαϊδουριών), καθώς έχουν δημιουργηθεί φάρμες εκτροφής γαϊδουριών για την παραγωγή γαϊδουρινού γάλακτος και τη μεταποίησή του από εγχώριες επιχειρήσεις. Σε όλη τη χώρα υπάρχουν περίπου 15 τέτοιες φάρμες –ενδεικτικά σε Κοζάνη, Σέρρες, Κόρινθο, Αρκαδία, Πιερία, Εδεσσα, Σάμο– με συνολικά 600 ζώα που αρμέγονται. «Το γάλα του γαϊδουριού μπορεί να αξιοποιηθεί κυρίως στη βιομηχανία καλλυντικών, αλλά και για ανθρώπινη κατανάλωση ως παστεριωμένο γάλα», παρατηρεί ο κ. Αρσένος.
Μάλιστα, οι τιμές πώλησης των προϊόντων υποδηλώνουν και την αξία τους. Ενδεικτικά, το απλό σαπούνι πωλείται προς 5 ευρώ, το σαπούνι αντιγήρανσης 6 – 8 ευρώ, το αφρόλουτρο περί τα 20 ευρώ, η ενυδατική κρέμα 16-20 ευρώ, συμπληρώματα διατροφής 55 ευρώ, το λικέρ με γάλα γαϊδούρας 20 ευρώ.
Πρώτοι στην Ευρώπη
Το ίδιο συμβαίνει και με την αξιοποίηση των γιδιών, τα οποία έως τώρα βρίσκονται στη… σκιά των προβάτων, των αγελάδων και των χοίρων. «Η Ελλάδα είναι πρώτη στην Ευρώπη σε πληθυσμό γιδιών, αφού στη χώρα μας εκτρέφονται περίπου 5 εκατομμύρια. Αν και η Ελλάδα είναι πρώτη στη γιδοτροφία με 47,6% των αρμεγόμενων γιδιών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εντούτοις η γιδοτροφία αποτελεί τον λιγότερο εκσυγχρονισμένο κλάδο της κτηνοτροφίας» αναφέρει ο κ. Αρσένος.
Ετσι για την προώθηση της αξιοποίησης των δύο αυτών ειδών , η Κτηνιατρική του ΑΠΘ οργάνωσε στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο της HELEXPO – ΔΕΘ, έναν πρότυπο στάβλο 200 τ.μ. όπου θα αρμέγονται καθημερινά γίδια και γαϊδουράκια, ενώ θα υπάρχει και μικρό τυροκομείο, ώστε να συμπληρώνεται –σε μικρή κλίμακα– η εικόνα μιας καθετοποιημένης εκτροφής. Επίσης, οι επισκέπτες του στάβλου θα μπορούν να συζητήσουν με ειδικούς θέματα που σχετίζονται με το ζωικό υλικό, τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό που χρειάζονται αντίστοιχες εκτροφές.
«Στην έκθεση ο στάβλος, ο εξοπλισμός και τα ζώα έχουν επιλεγεί με κριτήριο το φιλοπεριβαλλοντικό πρότυπο εκτροφής, καθώς και τη βιωσιμότητα» λέει ο κ. Αρσένος, προτρέποντας όποιος κτηνοτρόφος επιθυμεί να ασχοληθεί με τα είδη αυτά να στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις και όχι σε πρακτικές που παραπέμπουν στη λογική των επιδοτήσεων. «Οι επιδοτήσεις και ο τρόπος που αυτές χρησιμοποιήθηκαν ουσιαστικά κατέστρεψαν τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή της χώρας» σημειώνει ο πανεπιστημιακός του ΑΠΘ και συμπληρώνει: «Η επιδότηση θα πρέπει να αποτελεί εργαλείο ανάπτυξης και όχι κίνητρο τεμπελιάς. Οποιαδήποτε μορφή επιδότησης δεν θα πρέπει να δίνεται ανεξέλεγκτα και οριζόντια, όπως στο παρελθόν, αλλά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις που θα συνδέονται με την ποσότητα και την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων».