Ο ανεξάρτητος βουλευτής, Λεωνίδας Γρηγοράκος, σε συνέντευξή του στο bankingnews είναι ιδιαίτερα επικριτικός στους κυβερνητικούς χειρισμούς
Ο ανεξάρτητος βουλευτής κ. Λεωνίδας Γρηγοράκος με συνέντευξή του στο bankingnews υποστηρίζει ότι η πολιτική κρίση έφερε την οικονομική.
Είναι ιδιαίτερα επικριτικός στους κυβερνητικούς χειρισμούς όπως και στα στελέχη του, τα οποία αγωνίζονται να κρατήσουν τις καρέκλες τους.
Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι με «δάκρυα» και θρήνο αποδέχονται τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει ενώ την ίδια στιγμή με διάφορες μεθοδεύσεις προσπαθούν να τις ακυρώσουν.
Ο κ. Λεωνίδας Γρηγοράκος αναγνωρίζει τη δυναμική του πολιτικού του αντιπάλου που είναι η Ν.Δ. ενώ θεωρεί αναγκαία τη διαμόρφωση ενός ισχυρού τρίτου πόλου που θα μπει «σφήνα» στο νέο δικομματισμό.
Μιλά για την ανασύνθεση της κεντροαστεράς, για την πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ κα Φώφη Γεννηματά.
Τι πρέπει να κάνει;
Τι απαντά στο ερώτημα υπονόμευσης της κ. Φώφης Γεννηματάς.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
-Κύριε Λεωνίδα Γρηγοράκο η χώρα έχει σημαντικά οικονομικά προβλήματα, τα οποία πρέπει να αντιμετωπίσει. Μήπως τελικά τα πολιτικά προβλήματα είναι πιο σημαντικά από τα οικονομικά; Μήπως η χώρα χρειάζεται μια πολιτική, που να μην αρνείται το οικονομικό πρόβλημα ή την άρνηση της πραγματικότητας;
Λ. Γρηγοράκος: Η κρίση που αντιμετωπίζουμε εδώ και 7 χρόνια είναι κατεξοχήν πολιτική.
Εξαιτίας των επιλογών της νεοκαραμανλικής διακυβέρνησης η χώρα βρέθηκε στο «χείλος του γκρεμού».
Η οικονομία και πρωτίστως τα δημοσιονομικά ενός τόπου δε λειτουργούν σε πολιτικό κενό.
Δεν επηρεάζονται μόνο αλλά και καθορίζονται από τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τις οικονομικές, κοινωνικές και εθνικές προτεραιότητες, που επιλέγει η κάθε εξουσία. Ως εκ τούτου η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει συγκεκριμένο σχέδιο
Κάτι τέτοιο σήμερα δεν υπάρχει.
Γιατί οι άλλοτε αντιμνημονιακοί και σήμερα κυβερνώντες έχουν εναποθέσει τα πάντα στον «αυτόματο πιλότο» του τρίτου μνημονίου.
Προσπαθούν να ανταποκριθούν στις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει και τα προαπαιτούμενα που συνοδεύονται, ακολουθώντας μια αλλοπρόσαλλη, δίβουλη, ανερμάτιστη και αμφίσημη τακτική.
Και αυτό γιατί μοναδικό τους μέλημα είναι η συντήρηση και η διαιώνιση της παρουσίας τους στους κυβερνητικούς θώκους.
Έτσι άλλωστε εξηγείται και η δυστοκία τους να δώσουν πραγματικό αντίκρισμα στις επιλογές, που με δάκρυα και «θρήνο» αποδέχονται.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι αποκρατικοποιήσεις με κορυφαία περίπτωση αυτή του Ελληνικού.
Αναγκάστηκαν να αποδεχτούν την επένδυση για την αξιοποίησή του, χωρίς, ωστόσο, να προχωρούν στα αναγκαία βήματα.
Μάλιστα κάνουν και κάτι χειρότερο.
Εκ των υστέρων «σκαρφίζονται» διάφορες μεθοδεύσεις, προκειμένου, να ακυρώσουν αυτή την επένδυση, όπως η πρόσφατη παρέμβαση του Υπουργείου Πολιτισμού, χαρακτηρίζοντας το Ελληνικό αρχαιολογικό χώρο.
Όλα αυτά τι δείχνουν;
Την έλλειψη βούλησης, την αδυναμία εναρμόνισης με τις πραγματικές ανάγκες και απαιτήσεις της χώρας και της οικονομίας, την ανεπάρκεια και την ανικανότητα των κυβερνώντων, οι οποίοι ζώντας μέσα στον μικρόκοσμό τους πελαγοδρομούν μεταξύ ιδεοληψιών, παρωχημένων εμμονών και εγκαθίδρυσης ενός ιδιότυπου καθεστώτος, που βρίσκεται σε πλήρη διάσταση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Όλα αυτά δείχνουν, ότι το πρόβλημα της Ελλάδας είναι κατεξοχήν πολιτικό.
-Ισχύουν όσα λέει η αξιωματική αντιπολίτευση κα προσωπικά ο πρόεδρος της ΝΔ, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, ότι η χώρα καταστρέφεται αρχικά σε οικονομικό επίπεδο; Μήπως θα ήταν πιο ορθολογικό οι πολίτες να δουν στην πράξη πολιτικές προτάσεις από τη ΝΔ ίσως και από άλλα κόμματα για διέξοδο από την κρίση; Το αίτημα για πρόωρες εκλογές μπορεί να δώσει λύση στο οικονομικό πρόβλημα της χώρας ;
Λ. Γρηγοράκος: Η μόνη λύση για να βγει η χώρα από το τέλμα και τα πρωτοφανή αδιέξοδα, στα οποία έχει περιέλθει είναι οι εκλογές. Η προσφυγή στην λαϊκή ετυμηγορία είναι μονόδρομος.
Εξάλλου δεν υπάρχουν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, προκειμένου η σημερινή Βουλή, να αναδείξει νέο κυβερνητικό σχήμα.
Δεν υφίστανται ούτε οι πολιτικές αλλά ούτε και οι αριθμητικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο.
Η συγκρότηση μιας νέας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας καθίσταται αδύνατη.
Οι πολιτικές και οι προγραμματικές διαφορές, που υπάρχουν μεταξύ των υπαρχουσών κομματικών δυνάμεων δεν μπορούν να συνθέσουν ένα ενιαίο πλαίσιο διακυβέρνησης του τόπου. Πολιτικές προτάσεις υπάρχουν και από την συμπολίτευση και από την αντιπολίτευση.
Δεν μπορεί να υπάρξει, όμως, κοινός παρονομαστής. Βλέπετε, ότι ακόμη και στο χώρο της συμπολίτευσης «κονταροχτυπιούνται» οι Υπουργοί, γιατί έχουν ουσιαστικές διαφωνίες σε καίρια θέματα.
Αποκαλυπτικό παράδειγμα είναι η άρνηση του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κυρίου Σκουρλέτη, να αποδεχτεί και να υλοποιήσει τις πολιτικές, που έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση με τους Ευρωπαίους εταίρους, για το καίριο ζήτημα της ενεργειακής πολιτικής.
Εξ’ ού και υπάρχουν οι καθυστερήσεις στην αξιολόγηση και κατά συνέπεια στην είσπραξη της υποδόσης.
Συμπερασματικά λοιπόν, η λύση είναι στις κάλπες. Πιστεύω, ότι οι Έλληνες πολίτες μετά την τραυματική εμπειρία, που έχουν βιώσει από την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μπορούν, να αναδείξουν τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις, καθιστώντας τις ένα νέο κυβερνητικό συνασπισμό εξουσίας.
-Διαγραφτήκατε από το ΠΑΣΟΚ γιατί αναδείξατε ως πολιτική λύση για τη χώρα τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο της ΝΔ Κυριάκο Μητσοτάκη.
Οι μέχρι σήμερα δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η ΝΔ κερδίζει χάρη στην αποσυσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ; Η χώρα χρειάζεται τελικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη ή η ΝΔ έχει εξαντλήσει τη δυναμική της στην κοινωνία και ίσως δεν φθάσει στον αντικειμενικό της στόχο.
Λ. Γρηγοράκος: Τέθηκα εκτός Κ.Ο Δημοκρατικής Συμπαράταξης, γιατί απλώς υποστήριξα, ότι ήταν θετική εξέλιξη η εκλογή στην ηγεσία της ΝΔ, ενός νέου ανθρώπου, που φαίνεται να έχει ρεαλιστικές προτάσεις για τα προβλήματα της χώρας και της οικονομίας. Το ποιες δυνάμεις κυριαρχούν τόσο στην κεντροαριστερά όσο και στην κεντροδεξιά πρέπει να ενδιαφέρει όλους μας.
Η αντίληψη που θέλει στο αντίπαλο πολιτικό στρατόπεδο, να επικρατούν δυνάμεις αναχρονιστικές, λαϊκίστικες και ακραίες δεν είναι μόνο παντελώς λανθασμένη αλλά είναι και βλακώδης. Ο εκσυγχρονισμός του πολιτικού συστήματος αφορά όλο το πολιτικό φάσμα.
Προσωπικά παρακολουθώ με ενδιαφέρον όλες τις διεργασίες που αναπτύσσονται τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στην ΝΔ. Και αυτό γιατί και στους δύο αυτούς χώρους υπάρχουν δυνάμεις, που αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα, να αλλάξουμε πορεία.
Βέβαια στο επίκεντρο των αναζητήσεων και των προβληματισμών μου είναι οι αναδιατάξεις, που υπάρχουν στην κατακερματισμένη προοδευτική παράταξη της κεντροαριστεράς.
Πεποίθησή μου είναι, ότι οι δυνάμεις, που αυτοτοποθετούνται σε αυτό το χώρο οφείλουν να εντείνουν τις προσπάθειές τους, για τη διαμόρφωση ενός ισχυρού τρίτου πόλου, που θα είναι «σφήνα» στο νέο δικομματισμό.
Η ανασύνθεση της κεντροαριστεράς είναι ζωτική ανάγκη γιατί πρέπει να καλυφθεί το κενό πολιτικής έκφρασης που υπάρχει αλλά και γιατί είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αντιστρατευτεί αποτελεσματικά τον «αριστερό» και «δεξιό» εθνολαϊκισμό.
– Η διαγραφή σας από τη Δημοκρατική Συμπαράταξη είναι μία προσωπική υπόθεση με τη Φώφη Γεννηματά ή γενικότερα με το ΠΑΣΟΚ.
Λ. Γρηγοράκος: Η κυρία Γεννηματά με έθεσε εκτός Κ.Ο. Δημοκρατικής Συμπαράταξης χωρίς επαρκή αιτιολογία.
Δεν είχα και δεν έχω προσωπικές διαφορές μαζί της ούτε προσωπικά απωθημένα.
Υπήρξε μια διάσταση απόψεων, η οποία κατά τη γνώμη μου οφείλεται στον διαφορετικό τρόπο σκέψης και ερμηνείας, που αντιμετωπίζουμε τους άλλους πολιτικούς χώρους. Προσωπικά πιστεύω, ότι δεν πρέπει να μένουμε καθηλωμένοι στις παλιές πολιτικές «διαιρέσεις» και πολύ περισσότερο στις παρωχημένες προσεγγίσεις.
Γι’ αυτό και προτάσσω την ανάγκη επικράτησης μιας νέας πολιτικής κουλτούρας, που θα μας «βγάλει μακριά» από τις ψυχώσεις του παρελθόντος.
-Ποιά πολιτική πρέπει να ακολουθήσει το ΠΑΣΟΚ για να κερδίσει αρχικά δημοσκοπικά; Πιστεύετε, ότι η κυρία Φώφη Γεννηματά υπονομεύεται εκ των έσω; Εκτιμάτε, ότι το ΠΑΣΟΚ θα ανακάμψει δημοσκοπικά το επόμενο διάστημα; Αν δεν συμβεί τι πρέπει να γίνει;
Λ. Γρηγοράκος: Το ΠΑΣΟΚ έχει μια επιλογή: να εκφράσει με καθαρό και σαφή τρόπο μια νέα μεταρρυθμιστική επαγγελία.
Ούτε χρειάζεται να καταφύγει στις αρχέγονες ρίζες του αλλά ούτε να αντιγράψει τον αντιμνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ.
Η ανάκαμψή του μπορεί να προέλθει, όταν υπερβεί τα «αυτιστικά» σύνδρομα και αναζητήσει την συμπόρευσή του με τις διάσπαρτες προοδευτικές δυνάμεις.
Έτσι εξάλλου μπορεί να καλύψει και το κενό πολιτικής έκφρασης που υπάρχει.
Την κυρία Γεννηματά δεν την υπονομεύει κανείς.
Απλώς κρίνεται και αξιολογείται και αυτή από το έργο της και από το κατά πόσο ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στο ρόλο της, όπως συμβαίνει με όλους μας.
-Είδαμε πρόσφατα ότι ο διάλογος ΠΑΣΟΚ – Ποτάμι και λοιπών κεντρώων δυνάμεων κατέληξε σε αδιέξοδο. Κατά τη γνώμη σας τι έφταιξε γι’ αυτή την εξέλιξη;
Λ. Γρηγοράκος: Η επιχειρούμενη συμπόρευση ΠΑΣΟΚ με το Ποτάμι, όπως και πρόσφατα δήλωσα προσέκρουσε στις αρχηγικές βλέψεις των επικεφαλείς των δύο αυτών κομμάτων.
Το πρόβλημα αυτό επέτεινε και η παντελώς λανθασμένη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε.
Δε νοείται να εκλέγεται πρώτα ο Πρόεδρος ενός νέου φορέα και στην συνέχεια να αναζητείται η πολιτική του ταυτότητα.
Μάλιστα έγινε και κάτι αρκετά παράδοξο. Χωρίς να αποσαφηνιστούν οι μεγάλες διαφορές που υπήρχαν ανάμεσα στα δύο κόμματα υπήρξε προσπάθεια, να συμπορευτούν, χωρίς να προηγηθεί μια στοιχειώδης σύνθεση των διαμετρικά αντίθετων απόψεων.
-Θα είσθε εκ νέου υποψήφιος με το ΠΑΣΟΚ ή την Δημοκρατική Συμπαράταξη ή θα αναζητήσετε άλλη πολιτική στέγη; Είσθε «ανοικτός» σε μια πολιτική πρόταση από άλλο κόμμα;
Λ. Γρηγοράκος: Ο βιωματικός μου χώρος είναι η κεντροαριστερά.
Εξ’ ού και στρατεύτηκα από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του στο ΠΑΣΟΚ.
Είμαι ΠΑΣΟΚ.
Πέρασαν οι εποχές που χρειαζόταν, να επιδείξεις ένσημα νομιμοφροσύνης.
Παραμένω στο χώρο αυτό, εκφράζοντας τις προσωπικές μου απόψεις και προβληματισμούς, όπως έκανα και τα προηγούμενα χρόνια.
Άλλωστε, στο ΠΑΣΟΚ υπήρχαν πάντα διαφορετικές απόψεις, χωρίς να ενοχοποιούνται και να διώκονται.
Η δύναμή του ήταν η ικανότητά του να συνθέτει και όχι να διαιρεί.
Την πρακτική αυτή την ακολούθησε τόσο ο Ανδρέας Παπανδρέου όσο και ο Κώστας Σημίτης.
Στην μόνη πρόταση, που είμαι ανοιχτός και για την οποία «παλεύω» με όλες μου τις δυνάμεις είναι η ζωτική ανάγκη να διαμορφωθούν οι όροι και οι προϋποθέσεις, για μια ευρύτερη μεταρρυθμιστική συμμαχία όλων των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, που θα αποτελέσει ένα νέο συνασπισμό εξουσίας.